Έγραψαν

Βιβλία όπως βινύλια: Ένα ιδιότυπο λογοτεχνικό μουσικό ρεύμα

04.05.2015

Βιβλία όπως βινύλια: Ένα ιδιότυπο λογοτεχνικό μουσικό ρεύμα

Με αφορμή το βιβλίο «Προτιμώ τα παλιά τους», του Μπάμπη Αργυρίου

Για χρόνια ολόκληρα, πριν τη μαζικοποίηση της μουσικής διανομής μέσω των mp3 και του ίντερνετ, όταν η μουσική πρόταση είχε και την έννοια μιας μίνιμουμ διαπαιδαγώγησης του ακροατή, στην Ελλάδα υπήρξαν οι άνθρωποι που κόντρα στις γενικές συνθήκες, με τον τρόπο τους ο καθείς και η καθεμιά, υπέδειξαν μερικούς τρόπους να ακούγεται και να αξιολογείται η μουσική.

Σήμερα, η εποχή των φανζίν, των βινυλάδικων και των ραδιοπειρατών που έπαιζαν maximum rock ‘n’ roll μοιάζει περασμένη και είναι τέτοια, ας μη γελιόμαστε. Οι άνθρωποί της όμως δεν «πέρασαν». Παραμένουν παρόντες, δρουν και κάνουν κάτι ακόμα πιο πολύτιμο: δημιουργούν ένα ιδιότυπο λογοτεχνικό ρεύμα που αν ζούσαμε στην Καλιφόρνια, μπορεί να έπαιρνε και κανένα ενδιαφέρον προσωνύμιο. Όπως το Paisley Undergound, ας πούμε.

Μέχρι να βρεθεί όμως ο όρος, ας δούμε τι «μετράει» μέχρι στιγμής αυτός ο λογοτεχνικός χώρος που βασικά, παραμένει μουσικός.

Η αφορμή για το κομματάκι που διαβάζετε, είναι το δεύτερο βιβλίο του Μπάμπη Αργυρίου, το «Προτιμώ τα παλιά τους» (Micbooks, 2015, σελ. 316). Ο Μπάμπης Αργυρίου, (ο άνθρωπος -μεταξύ άλλων- πίσω από τη δισκογραφική εταιρία Lazy Dog, το Rollin’ Under και πιο πρόσφατα το MiC.gr) με αυτό το βιβλίο μας προσφέρει τη δεύτερη ιστορία του Σίμου Μπάνση (που-το-όνομά-του-κάτι-σας-θυμίζει και σωστά νομίζετε).

Μέχρι να φτάσουμε εδώ όμως, υπάρχει ήδη άλλη μια ιστορία του συμπαθούς μουσικόφιλου ήρωα στο «Έχω όλους τους δίσκους τους» (Micbooks, 2013, σελ. 344). Επίσης πέρα από τον Σίμο σε μια άλλη πόλη, στην Αθήνα, ζει ένας ακόμη φανταστικός (κυριολεκτικά και μεταφορικά) τύπος, όχι τόσο μουσικοδίφης όσο ο Σίμος, αλλά πάντα, εμπλεκόμενος με μυστήρια που έχουν μουσική επένδυση και αφή σαν αυτή του βινυλίου (μαλακή, αλλά με αυλάκια που ανατριχιάζουν).

Ο Χάρης Νικολόπουλος είναι ο ήρωας των (επίσης δύο) βιβλίων της Χίλντας Παπαδημητρίου, του «Για μια χούφτα βινύλια» (Μεταίχμιο, 2011, σελ. 384) και του «Έχουν όλοι τους, κακούς σκοπούς» (Μεταίχμιο, 2013, σελ. 352). Η Χίλντα Παπαδημητρίου είναι μεταφράστρια (πώς νομίζετε ότι διαβάσαμε στα ελληνικά τους «Νάνους του θανάτου», ε;), αλλά μας έχει κάνει και ανθρώπους μουσικά, τους αναγνώστες του περιοδικού ZOO με τα κείμενά της εκεί back in the early ‘90s.

Τι μπορούν να κάνουν όμως οι ήρωες μουσικών βιβλίων; Να αναστοχάζονται όπως ο Ρομπ Γκόρντον του High Fidelity πάνω σε ένα τοπ 5 των ερωτικών ιστοριών του, ή να αναζητούν το «αυθεντικό» μέσα στη μελλοντολογική τυποποίηση της μουσικής, στη «Μηχανή του ροκ εντ ρολ» του Νόρμαν Σπίνραντ;

«Πρώτα από όλα, μπορούν να είναι άνθρωποι», όπως έλεγε και ο Νίκος Κούρκουλος, τσιφλικάς, γιος τσιφλικά, στο «Χώμα βάφτηκε κόκκινο». Κάπως έτσι, όπως στο «Προτιμώ τα παλιά τους», ο Σίμος Μπάνσης σχεδιάζει το μέλλον του: Τους αρέσουν κάποιες δουλειές, δεν του αρέσουν άλλες, φτιάχνει μουσικές λίστες,  ζει τραγωδίες και έρωτες. Και όλα αυτά με ένα σάουντρακ ζηλευτό -ομολογουμένως- και λίγο μανιφεστώδες, σχετικά με το πώς γνωρίσαμε το ροκ εντ ρολ στην Ελλάδα, τι τιμήσαμε και τι αγνοήσαμε.

Ο Χάρης Νικολόπουλος από την άλλη είναι μπάτσος, κατατρεγμένος όμως από αυταρχικές μάνες και μερικές ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Να υπάρχει άραγε κάπου, σε κάποιο εγκληματολογικό, μια special team που να ασχολείται μόνο με μουσικά εγκλήματα;

Πίσω όμως στην αφορμή, όπως γράφτηκε και παραπάνω. Το «Προτιμώ τα παλιά τους» δεν είναι ιστορικά αναδρομικό ή (μόνο) μουσικοδιφικό ανάγνωσμα. Είναι η κρυφή επιθυμία πολλών που ίδρωσαν στο «Αν» και το «Ρόδον» και πολύ περισσότερο αυτών που δεν πρόλαβαν, να δουν ξανά από κοντά τους underground ήρωες της μουσικής έμπνευσης. Αν δεν διάβαινε τα όρια του spoiler, θα έγραφα και περισσότερα για το τι συντάσσει ο διάολος τον Σίμο να κάνει στο «Προτιμώ τα παλιά τους», αλλά θα είναι κρίμα να χαθεί το σασπένς. Έτσι και αλλιώς, το βιβλίο είναι καλό ίσως θα έπρεπε κάποιος να το μεταφράσει άμεσα και να το στείλει στον Γκρεγκ Σέιτζ των Wipers.

Μέχρι όμως να γίνουν όλα αυτά, νομίζω ότι μπορούμε να περιμένουμε περισσότερα στο μέλλον από τους δημιουργούς αυτής της νέας λογοτεχνικής συνομοταξίας που αν δεν κατέκρινα γενικά τις κατηγοριοποιήσεις, θα έλεγα ότι ένας όρος τύπου «vinyl underground» θα του ταίριαζε.

Γιώργος Τσαντίκος

[Η ανάρτηση βρίσκεται εδώ]